Μυθικό παιχνίδι με θρυλικούς παίκτες, 8+2 σημειώσεις - 1908
16232
page-template-default,page,page-id-16232,bridge-core-2.6.0,qode-page-transition-enabled,ajax_fade,page_not_loaded,,qode-theme-ver-24.5,qode-theme-bridge,disabled_footer_top,qode_header_in_grid,wpb-js-composer js-comp-ver-6.5.0,vc_responsive
 

Μυθικό παιχνίδι με θρυλικούς παίκτες, 8+2 σημειώσεις

Βιβλιοκριτική του Κώστα Καλφόπουλου


Ι It’ s all in this game


Αν, πράγματι, ισχύει ο αφορισμός του προπονητή-θρύλου της Λίβερπουλ, Μπιλ Σάνκλυ, ότι «το ποδόσφαιρο δεν είναι ένα ζήτημα ζωής ή θανάτου, είναι κάτι πολύ πιο σημαντικό», τότε, για τα ελληνικά δεδομένα τουλάχιστον, ένα είναι το ματς που απόλυτα τον εκφράζει: ο αγώνας ανάμεσα στον Παναθηναϊκό και τον Ολυμπιακό, που διεξήχθη την 1η Ιουνίου του 1930 στο γήπεδο της Λεωφόρου, με νικητή το Τριφύλλι και με το «αστρονομικό» σκορ 8-2. «Τιτανομαχία», με τους όρους του παλιού αθλητικού ρεπορτάζ, αλλά και ιστορική αναμέτρηση δύο πόλεων.


ΙΙ Μεγάλα σκορ από μεγάλες ομάδες


Ίσως, ο υπότιτλος του βιβλίου του Ανδρέα Οικονόμου (Εβάλαμε οκτώ), που είναι αφιερωμένο στον ιστορικό αυτό αγώνα ως «το παιγνίδι που άλλαξε την ιστορία» να έχει μία, δικαιολογημένη έστω, υπερβολή, πάντως ισχύει απόλυτα, με μία μικρή συμπλήρωση: «το παιγνίδι που άλλαξε την ιστορία -του Παναθηναϊκού». Γεγονός είναι, ότι λίγοι αγώνες μένουν στην ιστορία του ποδοσφαίρου με ανεξίτηλο στη συλλογική μνήμη το σκορ τους: το 6-3 της θρυλικής Ουγγαρίας μέσα στο Γουέμπλεϋ εις βάρος της πανίσχυρης Αγγλίας, το 4-3 της Ιταλίας εις βάρος της Γερμανίας, στον αξέχαστο ημιτελικό του Παγκοσμίου Κυπέλλου, στο Μεξικό, το 1970, με πέντε γκολ στην παράταση και τον Φραντς Μπέκενμπάουερ να παίζει με μπανταρισμένη ωμοπλάτη, το 7-1 της Γλάντμπαχτου Νέτσερ και του Μπόνχοφεις βάρος της Ίντερ του μεγάλου Σάντρο Ματσόλα και του δαιμόνιου Μπονισένια, που ακυρώθηκε για ένα μπουκάλι Coca Cola και, πρόσφατα, το 7-1 της Γερμανίας, διαλύοντας την υπεροπτική και μαλθακή Βραζιλία, όταν ήδη στο ημίωρο το σκορ ήταν 5-0! Σ’ αυτές τις περιπτώσεις μιλάμε συνήθως για «θρίαμβο» από τη σκοπιά του νικητή και «διασυρμό» ή «συντριβή» για τον ηττημένο.


ΙΙΙ Ένα παιγνίδι ορόσημο


Το 8-2 είναι, και παραμένει, ένα ορόσημο στην ένδοξη ιστορία του Παναθηναϊκού, αλλά και του ελληνικού ποδοσφαίρου. Στη σύγκρουση γιγάντων και την (ταξική) αντιπαλότητα ανάμεσα στην (μεσο)αστική Αθήνα του Μεσοπολέμου και τον προλεταριακό Πειραιά, το Τριφύλλι διέσυρε απρόσμενα τον υπερφίαλο αντίπαλο, με ηγέτη έναν «ξανθό Άγγελο». Εμείς, οι μεγαλύτεροι σε ηλικία φίλαθλοι, με γονείς που έζησαν τα γεγονότα της εποχής στην Αθήνα, ανεξαρτήτως αν οι πατεράδες μας ήταν ή όχι στο γήπεδο, μεγαλώσαμε από το σπίτι με αυτόν τον σκοπό και μ’ αυτούς τους στίχους: «Έβαλες οχτώ, έβαλες οχτώ/ έβαλες οχτώ στον Ολυμπιακό/ κι άλλα τέ- κι άλλα τέσσερα στον Άρη/ γεια σού Ά-, γεια σου Άγγελε Μεσσάρη». Πράσινη υπερηφάνεια και ερυθρόλευκη ντροπή, σε μια εποχή, όπου οι πόλεις, οι γειτονιές και οι συνοικίες τους ζούσαν και ανέπνεαν στον ρυθμό των κυριακάτικων αγώνων.


IV Καίγεται η Αθήνα, χαίρεται η Ελλάδα


Το τελικό σκορ δεν αντικατοπτρίζει μόνο τη διαφορά των ομάδων στον συγκεκριμένο αγώνα, αλλά θα προκαλέσει παράλληλα και μια ηφαιστειώδη έκρηξη συναισθημάτων όχι μόνο στους φιλάθλους, αλλά και στους Αθηναίους: στους πανηγυρισμούς της πόλης θα συμμετάσχει σύσσωμος και ο καλλιτεχνικός κόσμος. Αξίζει κανείς να μελετήσει στο βιβλίο την απήχηση που είχε ο αγώνας, πριν και μετά, στα ΜΜΕ της εποχής, κυρίως στον καλλιτεχνικό κόσμο της Αθήνας, ξεχωρίζοντας ανάμεσα σε πολλά ενδιαφέροντα ενσταντανέ, τον Βασίλη Αυλωνίτη να τραγουδά τον «πράσινο θρίαμβο», στην επιθεώρηση Λοβιτούρα.


V Ο «μύθος Μεσσάρης»


Για τον Παναθηναϊκό, ο Μεσσάρης είναι «ο Άγγελος της Ιστορίας»: όπως στον πίνακα του Κλέε και στο κείμενο του Μπένγαμιν, θα γυρίσει κι εκείνος την πλάτη του στα ερείπια που άφησε αυτή η μάχη, με τον μεγάλο αντίπαλο να έχει παραδοθεί άνευ όρων στην ποδοσφαιρική ευφυΐα του ξανθού Κεφαλλονίτη, για τον οποίο ο βασικός του αντίπαλος, ο αμυντικός του Ολυμπιακού, Φίλιππος Κουράντης, ο επιλεγόμενος και «Ψαλίδας», για τις θεαματικές του επεμβάσεις, έλεγε: «Ως συμπαίκτη τον λάτρευα κυριολεκτικά και ομολογώ πως με είχε σκλαβώσει ο σπάνιος χαρακτήρας του». Fairplay, αγωνιστικό ήθος και αναγνώριση στον σπουδαιότερο Έλληνα ποδοσφαιριστή της εποχής του, τον οποίο μόνο ο Μίμης Δομάζος θα μπορέσει να (παρ)ακολουθήσει σε δόξα και φήμη.


VI Ο «δάσκαλος» κι οι μαθητές του


Όπως το «έπος του Γουέμπλεϋ», που εορτάζει φέτος την 50ή του επέτειο, ήταν δημιούργημα του Φέρεντς Πούσκας (που θα «απογειώσει» την ομάδα που παρέλαβε από τον Λάκη Πετρόπουλο), έτσι και ο Παναθηναϊκός εκείνης της εποχής οφείλει τα μέγιστα στον, επίσης Μαγυάρο, Γιόζεφ Κιούνστλερ (Joseph Künsztler, το επίθετό του σημαίνει αυτολεξεί «καλλιτέχνης»), παλαιού συμπαίκτη του μεγάλου Μπέλα Γκούτμαν, ο οποίος επίσης θα θητεύσει ως προπονητής στο Τριφύλλι. Η ιστορία του, που για πρώτη φορά γίνεται γνωστή σε αυτό το βιβλίο, είναι κι αυτή μυθιστορηματική και η συμβολή του έγκειται, στο ότι για πρώτη φορά ελληνική ομάδα ενστερνίζεται τις αξίες του Ουγγρικού ποδοσφαίρου (φυσική κατάσταση, ταχύτητα, τεχνική), αρετές που θα δούμε πολύ αργότερα στο totalvoetbalτων Ολλανδών.


VII Τα ΜΜΕ της εποχής


Αξίζει κανείς να μελετήσει τα δημοσιεύματα της εποχής, πριν και μετά τον ιστορικό αγώνα. Ακόμα κι αν δεν έχει κανείς την εκπαίδευση του κοινωνιολόγου των ΜΜΕ, μια προσεκτική ανάγνωση των των άρθρων και των ρεπορτάζ των εφημερίδων (Όλα τα σπορ, Αθλητικός Τύπος, Βραδυνή, ημερήσιος Τύπος, κ.ά.), αλλά και των σκίτσων που δημοσιεύονται, μπορεί να βγάλει χρήσιμα συμπεράσματα για τη «δημοσιογραφική γλώσσα» και τον αντίκτυπο που είχε το παιγνίδι στην πόλη των νικητών και στην πόλη των ηττημένων. Ξεχωρίζει η άρνηση του Άγγ. Μεσάρη στον σημαντικότερο την εποχή εκείνη δημοσιογράφο του καλλιτεχνικού ρεπορτάζ, Αχιλλέα Μαμάκη («ο άνθρωπος που έφερε την Κάλλας στο Φεστιβάλ Αθηνών») να κάνει δηλώσεις για το παιγνίδι, σεβόμενος απόλυτα τη σχετική απαγόρευση, συμπληρώνοντας: «Είμαι υποχρεωμένος να μην ικανοποιήσω την επιθυμίαν σας, πράγμα, άλλωστε, που θα έκαμνα κι αν ακόμη δεν συμμεριζόμουν τας διατάξεις των κανονισμών, οι οποίοι έγιναν για να τούς σεβώμεθα».


VIII Πολύτιμα ντοκουμέντα
Εξαιρετικά σημαντικό είναι και το Φωτογραφικό Αρχειακό Ένθετο που συνοδεύει το βιβλίο και βλέπει για πρώτη φορά το φως της δημοσιότητας. Όχι μόνο διότι συγκεντρώνει ανεκτίμητο υλικό και τεκμηριώνει με μοναδικό τρόπο τις συνθήκες και τα πρόσωπα, που έγραψαν ένα από τα πιο σημαντικά κεφάλαια στην Ιστορία του Συλλόγου, αλλά και διότι αποπνέουν αυτό το vintage στοιχείο της ελληνικής Belle Epoque στον τομέα του αθλητισμού, της ενημέρωσης, αλλά και της ψυχαγωγίας.


Επιλογικά


1. Η αίσθηση που αποκομίζουμε από την ανάγνωση του βιβλίου είναι ότι μπροστά μας δεν περνάει μόνο το «φιλμ του αγώνα», αλλά και μια ολόκληρη εποχή. Στο προκείμενο, δεν έχουμε απλώς ένα βιβλίο για το συγκεκριμένο παιγνίδι, άλλα μία συγκροτημένη ιστορική έρευνα, που εμβαθύνει, με αφορμή και κύριο θέμα τον συγκεκριμένο αγώνα, στα ιστορικά, πολιτιστικά και επικοινωνιακά ζητήματα που τον πλαισιώνουν.


2. Λίγα λόγια για τον συγγραφέα του: ο Ανδρέας Οικονόμου έχει κάνει σκοπό της ζωής του να συμβάλει τα μέγιστα για τη διάσωση και διάδοση της Ιστορίας του Παναθηναϊκού. Ανήκει στη νέα γενιά εκείνων των Παναθηναϊκών, που έχουν κατανοήσει την αξία και τη σημασία της ιστορικής έρευνας και τεκμηρίωσης, αναπληρώνοντας ένα τεράστιο κενό που χαρακτηρίζει αφ’ ενός τους ίδιους τους συλλόγους και αφ’ ετέρου τα σχετικά πανεπιστημιακά τμήματα: από τους πρώτους απουσιάζει η στελέχωση ειδικού τμήματος, από τα δεύτερα η διάθεση να εντάξουν συνολικά την ιστορία του ελληνικού αθλητισμού και των συλλόγων τους στην ακαδημαϊκή έρευνα.


Ο Ανδρέας Οικονόμου όχι απλώς υπερβαίνει τις εγγενείς αδυναμίες στους τομείς αυτούς, αλλά και σηκώνει το κύριο βάρος σε αυτόν τον τομέα, έχοντας παρουσιάσει σημαντικές μονογραφίες για την ιστορία του Παναθηναϊκού, χωρίς βοήθεια και χωρίς ανταλλάγματα. Τού αξίζουν συγχαρητήρια και, πρωτίστως, η αναγνώριση, αλλά και στήριξη του έργου του, πρωταρχικά από τον Σύλλογο και, φυσικά, από τους φιλάθλους του Παναθηναϊκού. Τα βιβλία του αποτελούν σημαντική παρακαταθήκη για το μέλλον.


Αν αυτό τον πεισμώνει, εμάς, που παρακολουθούμε το έργο του, μάς ενθαρρύνει, αλλά και κάπου μάς θλίβει, κι αυτό για δύο λόγους: διότι ο Σύλλογος, αντί να στέκεται σταθερός αρωγός στην προσπάθειά του, παραμένει ουσιαστικά παρατηρητής και, κυρίως, γιατί τα τελευταία χρόνια βιώνουμε μια σταθερή απαξίωση του ποδοσφαιρικού τμήματος, αλλά προ παντός ενός Συλλόγου που κάποτε έκανε πρωταθλητισμό σε 21 αθλήματα.